- Αιτωλικό
- Παράλια κωμόπολη (υψόμ. 4 μ., 4.312 κάτ.) στην πρώην επαρχία Μεσολογγίου του νομού Αιτωλοακαρνανίας. Είναι έδρα του δήμου Αιτωλικού (βλ. λ. Αιτωλικού, δήμος). Η κωμόπολη είναι χτισμένη πάνω σε ένα μικρό νησί που έχει μήκος 500 μ. και πλάτος 400 μ. Απέχει από την ξηρά, που απλώνεται από τη μία και την άλλη πλευρά του, 400 έως 500 μ., και συγκοινωνεί με αυτή με δύο λιθόχτιστες, πολύτοξες γέφυρες.
To νησί βρίσκεται εκεί όπου τελειώνει η λιμνοθάλασσα του Μεσολογγίου και αρχίζει η λιμνοθάλασσα του Α., που ουσιαστικά αποτελεί προέκταση της πρώτης. Η λιμνοθάλασσα αυτή έχει μήκος 9 χλμ. και πλάτος 2,5 χλμ. Η εκβάθυνσή της διευκόλυνε την επικοινωνία των δύο λιμνοθαλασσών και την είσοδο σε αυτήν μικρών πλοιαρίων. Στη λιμνοθάλασσα γίνεται συστηματική αλιεία ψαριών, από τα οποία παράγεται εκλεκτής ποιότητας αβγοτάραχο. Το έδαφος γύρω από το Α. είναι εύφορο, παράγει μάλιστα εκτός από τα κηπευτικά και τα καπνά και εκλεκτό ρύζι.
Ιστορία. Η ονομασία Α. επικράτησε μετά την αναθεώρηση των τοπωνυμίων και θεωρείται σήμερα αυθαίρετη. Πρώτη αναφορά της κωμόπολης έγινε από τον Ισπανοεβραίο περιηγητή του 12ου αι. Βενιαμίν της Τουδέλης με την ονομασία Νατόλικο, πιθανότατα ως παραφθορά του Ανατολικού. Επικρατεί όμως η άποψη ότι αυτή δεν αφορά την κωμόπολη, γιατί το Α. κατοικήθηκε, κατά πολλούς, από τα μέσα του 17ου αι. Οπωσδήποτε, κατά τη διάρκεια του 14ου αι., το Α. συμπεριλήφθηκε στα εδάφη της δυτικής Ελλάδας που εγκαταστάθηκαν οι Αλβανοί, τον επόμενο δε αιώνα (1405) κατακτήθηκε από τον κόμη της Κεφαλονιάς Κάρολο τον Τόκκο και αποτέλεσε τμήμα του Κάρλελι ή Κάρελι, ονομασία επί τουρκοκρατίας τμήματος της Αιτωλοακαρνανίας από το όνομα του Κάρολου Τόκκου. Το 1410, το Α. παραχωρήθηκε στη Βενετία και από το 1449 ακολούθησε την τύχη της υπόλοιπης Αιτωλίας, υπό την τουρκική κυριαρχία. Πολλές φορές, από τις διαδοχικές κατακτήσεις, καταστράφηκε και ερημώθηκε. Μια νέα εισβολή των Βενετών κατά τη διάρκεια του 17ου αι. κατέστρεψε και πάλι την κωμόπολη.
Το Α. είχε αξιόλογο εμπορικό ναυτικό που το 1764 αριθμούσε 29 σκάφη. Κατά τα Ορλοφικά, οι Αλβανοί από την Ήπειρο, αφού έσφαξαν στο Αγγελόκαστρο τους αρματολούς της περιοχής, πέρασαν στο Α., όπου είχαν καταφύγει έξι οπλαρχηγοί με τον Μαυροσήμο μαζί με γυναικόπαιδα του Μεσολογγίου και τους ανάγκασαν να παραδοθούν. Οι Αλβανοί δεν σεβάστηκαν τους όρους της συνθήκης, σφαγίασαν τους άντρες, υποδούλωσαν τα γυναικόπαιδα και έκαψαν την πόλη. Οι επιδρομές αυτές των Αλβανών συνεχίστηκαν έως το 1793, έτος που η κωμόπολη παραχωρήθηκε στην επιρροή του Αλή πασά, του οποίου η ουσιαστική δικαιοδοσία άρχισε το 1804. Το Α. επαναστάτησε τον Μάιο του 1821 με οπλαρχηγό τον Κ. Γκολφίνο, ο οποίος με σώμα Αιτωλικιωτών πολέμησε στο Αγρίνιο, το 1822, και στο Κομπότι κατά την εκστρατεία της Ηπείρου. Το 1823 το Α. πολιορκήθηκε από τον πασά της Σκόδρας Μουσταή και τον Ομέρ Βρυώνη. Η αντίσταση των πολιορκημένων ανάγκασε τελικά τους Τούρκους να λύσουν την πολιορκία. Με τη διαμάχη του 1824 μεταξύ Αλεξάνδρου Μαυροκορδάτου και Γεωργίου Καραϊσκάκη, ο πρώτος εγκαταστάθηκε με το στρατηγείο του στο Α. και, μετά τη δίκη του Καραϊσκάκη, οδήγησε εκεί 1.500 Σουλιώτες για να χρησιμοποιηθούν κατά των οπαδών του Καραϊσκάκη. Το 1824 συγκεντρώθηκαν στο Α. πρόκριτοι και στρατιωτικοί της δυτικής Ελλάδας για να συζητήσουν την κατάπαυση του εμφύλιου πολέμου.
Τον Απρίλιο του 1825, οι Τούρκοι άρχισαν την τελευταία πολιορκία του Α. και μετά από εννέα ημέρες εκείνη του Μεσολογγίου. Τον Δεκέμβριο οι Τούρκοι ενισχύθηκαν από τους άντρες του Ιμπραήμ και απέκλεισαν στενά το Α. από τη θάλασσα και την ξηρά. Τον θαλάσσιο όμως αποκλεισμό, οι Έλληνες τον διέσπασαν πολλές φορές και με τις ενισχύσεις τους έδωσαν στους πολιορκημένους τη δυνατότητα να παρατείνουν την αντίσταση. Στις 13 Μαρτίου 1826 όμως αναγκάστηκαν να συνθηκολογήσουν. Μια ελληνική επίθεση για την ανακατάληψη του Α. το 1828 δεν είχε επιτυχία. Το Α. απελευθερώθηκε με συνθήκη στις 2 Μαΐου 1829.
Ιστορική φωτογραφία του Αιτωλικού, στην οποία διακρίνονται τα δύο γεφύρια που ενώνουν το μικρό νησί με τις απέναντι ακτές.
Άποψη του Αιτωλικού.
Η λιμνοθάλασσα του Αιτωλικού.
Dictionary of Greek. 2013.